“Θάνατος είναι οι κάργιες” γράφει ο Καρυωτάκης.
“Θάνατος στις κάργιες” λέω εγώ.
Και είναι και πολλές.
Που να τις βρει ο Χάρος στο φτερό να τις ξαπλώσει στο χώμα, να γλιτώσει ο κόσμος από δαύτες. Αλλά επειδή η κατάρα είναι γαϊδάρα και γυρνά στο νοικοκύρη, δε θα προβώ σε αναθέματα εναντίον τους. Δεν είναι να παίζεις με αυτά τα πράγματα και να βρεθώ εγώ τελικά, να τραβάω τις ρίζες από τα κυπαρίσσια.
Οι κάργιες, λοιπόν, είναι μια μάστιγα με την οποία οι περισσότεροι από εμάς έχουμε έρθει αντιμέτωποι.
Είναι πολλές και είναι παντού! Και αν δεν τις έχεις συναντήσει ακόμα, μη χαίρεσαι. Κάποια σε περιμένει στην επόμενη γωνία κι εσένα.
Τί περιέχει όμως ο όρος κάργια άραγε;
Ίσως είναι μια κεκαλυμένη μορφή της λέξης “κ@ριόλα” (διότι είναι πρώτη μου φορά εδώ, μην αρχίσω τα μπινελίκια με το καλημέρα και σχηματίσετε λάθος άποψη για το άτομό μου)
Ίσως – που λέτε – να περιέχει μέσα πολλές λέξεις χαρακτηριστικά και ιδιότητες…
…όπως κακία, κακομοιριά, χαμηλό εως καθόλου επίπεδο, ‘δευτεράτζα’, αλλά πρώτα από όλα Κόμπλεξ. Με το κάππα επίτηδες κεφάλαιο.
Φυσικά και περιγράφοντας, έχω στο μυαλό μου την δική μου προσωπική κάργια. Αυτό το φίδι το κολοβό! Που να μη σώσει! Πάλι κατάρες. Δε μπορώ να κρατηθώ!
Πλατειάζω όμως νομίζω και δε χρειάζεται.
Η καλύτερη αντιμετώπιση είναι να αφήσεις ό,τι και να σου έχουν κάνει να κρυώσει. Δεν αφορά μόνο αυτές βέβαια. Και όταν τα κίνητρα θα έχουν ξεχαστεί… και δεν θα ξέρουν από πού τους ήρθε… Καραμπίνα! (Μη με δώσετε στους μπάτσους ε;)
Ήταν μια “προσφορά γνωριμίας” με τη σέξυ θεία Λόλα.
Σας αφήνω και ελπίζω να τα ξαναπούμε.