Φύγε! Γιατί δε φεύγεις; Φύγε!
Ορίστε. Σε παρακαλώ. Σε ικετεύω. Τι άλλο θέλεις; Πόσο πιο χαμηλά να πέσω;
Τι άλλο να κάνω; Πόσο να φωνάξω; Πόσο να ουρλιάξω;
Δε σε θέλω πια. Να φύγεις!
Φύγε απ’ τη ζωή μου. Δε θέλω να σε ξέρω. Αν ζεις, αν πεθαίνεις, αν αναπνέεις, αν πονάς, αν σε ποτίζει η ζωή φαρμάκι κι αλκοόλ. Να φύγεις, να χαθείς από τα μάτια μου. Να μη σε ξαναδώ. Δε σε αναγνωρίζω. Μαζί σου δεν αναγνωρίζω κι εμένα.
Φύγε απ’ το μυαλό μου. Σαν τύραννος του φορτώθηκες, καιρό πολύ. Άλλο δεν αντέχω. Δε θέλω να σε σκέφτομαι. Με πιάνει πονοκέφαλος και ζάλη. Οργή.
Φύγε απ΄την καρδιά μου. Ανάθεμά σε. Κι εσένα καταριέμαι και το χρόνο. Δε θέλω άλλο να σ’ αγαπώ, να σε ονειρεύομαι, να σε πονώ, να σ’ αποζητώ.
Φύγε! Γιατί δε φεύγεις; Με διέλυσες. Δε σου φτάνει; Τι άλλο ζητάς;
Δεν έχω τίποτα πια να σου δώσω. Τέρμα. Τέλος, σου λέω. Δεν έμεινε τίποτα από εμάς. Δεν έμεινε τίποτα από μένα.
Δεν έχω άλλη ανάσα.
Φύγε, γαμώτο! Η φωνή μου σβήνει, τα χέρια μου τρέμουν, τ’ αυτιά μου βουίζουν. Φοβάμαι.
Σε διώχνω. (Κι η φωνή μέσα μου φωνάζει, παρακαλά να πεις ένα βροντερό όχι. Ανόητη και ρομαντική. Μην πεις τίποτα. Απλά πάρε με αγκαλιά. Πόσο μου λείπεις! Αγάπα με απόψε που δε μπορώ να μ’ αγαπήσω. Κράτα με κι ας κλαίω. Κι ας μισείς τα δάκρυα. Μείνε κι ας σου λέω να φύγεις. Σε διώχνω για να μη φύγεις. Μην ακούς τι λέω. Είμαι μια ψεύτρα. Μείνε.)