Ζέστη.
Τα ρούχα κολλημένα πάνω μου.
Καυτό μεσημέρι στην πόλη.
Φυσά ένας αέρας δυνατός.
Δροσιά καθόλου, μήτε σαν όνειρο.
Σταγονίδια ιδρώτα στο μέτωπο.
Οι δρόμοι άδειοι.
Έρημες πλατείες, πεζόδρομοι, κλειστά παντζούρια.
Τα λουλούδια έχουν κλείσει
Και με σκυμμένο κεφάλι παλεύουν να μη σβήσουν.
Στον ορίζοντα φλόγες παιχνιδίζουν.
Οράματα με βασανίζουν.
Η ζάλη δυνατή.
Φλόγωση στο κορμί.
Το άγγιγμά σου στον ώμο μου,
Πόσο με ξενίζει;
Γυρίζω ν’ αντικρίσω το βλέμμα σου.
Πόσο άγνωστο κρύβει μέσα του;
Πόση παγωνιά μέσα στον καύσωνα;
Original content here is published under these license terms:
X
License Type:
Read Only
License Abstract:
You may read the original content in the context in which it is published (at this web address). No other copying or use is permitted without written agreement from the author.
Πέρασαν σχεδόν 30 χρόνια κι ακόμα να μεγαλώσει. Γαλουχήθηκε με παραμύθια και πιστεύει στον έρωτα σαν αθεράπευτα ρομαντική. Γράφει γιατί έχει ανάγκη να σβήσει τα πάθη της. Μερόνυχτα με ένα χαρτί κι ένα μολύβι ή ακουμπισμένη σε ένα πληκτρολόγιο. Φοβάται μήπως ξεχάσει και ξέρει πως "Scripta manent, verba volant.". Σιχαίνεται το πρωινό ξύπνημα και πίνει τον καφέ της γλυκό. Δε μετανιώνει, μόνο ονειρεύεται. Ελεύθερη κι αυθόρμητη. Πιστεύει στο καλό μέσα στους ανθρώπους.
"Νοημοσύνη είναι μόνο μία. Η συναισθηματική."