Μια κίτρινη μέρα…

Είναι η μέρα σήμερα σαν ένα παλιό κιτρινισμένο κομμάτι επιστολόχαρτου, λερωμένο με το σκούρο μπλε μελάνι, ξεβαμμένων από την πάροδο του χρόνου, γραμμάτων. Ο ουρανός σκονισμένος κι η ατμόσφαιρα θολή, όπως πλανάται και χορεύει γύρω μας η γύρη, σαν απογειώνεται από τις ανθισμένες κερασιές με το φύσημα του ανέμου. Λευκά πέταλα των λουλουδιών ανεμίζουν στην κιτρινισμένη ατμόσφαιρα και μου θυμίζουν ρετρό φωτογραφίες, τραβηγμένες με μια πολαρόιντ των παιδικών μας χρόνων ή σκηνές ρομαντικές από ταινία του ιαπωνικού κινηματογράφου εκεί που όλα κρύβουν μια μαγεία και οι ήρωες συχνά υπερίπτανται στο ροζ δειλινό ή στο ηλιοβασίλεμα.
Καθισμένη στη γωνιά του μικρού μπαλκονιού μου, στο σκληρό ξύλινο καναπέ που ονειρεύτηκα και έφτιαξα μόνη μου αλλά ξέχασα μέσα στην αφηρημάδα μου να αγοράσω κανα δυο αναπαυτικά μαξιλάρια, χαλαρώνω από την κούραση της μέρας με μια ζεστή μα όχι πια αχνιστή κούπα γαλλικού καφέ. Άλλωστε ήρθε η άνοιξη…
Η γύρη κολλάει πάνω στο κορμί μου, και δημιουργεί μικρά κίτρινα βουναλάκια στις γωνιές που δεν τις επιτρέπουν διέξοδο. Μπορεί να σου φανεί αστείο αλλά εμένα μου φαίνεται άκρως εκνευριστικό που μπορείς να ζωγραφίσεις πάνω στο τραπέζι μου, που η γύρη χρωμάτισε κίτρινο.
Δυο αγριομέλισσες κάνουν βόλτα στην αυλή μου, πετούν από την κερασιά ως την κληματαριά μου, κάνουν μια στάση μέσα στις πετούνιες, μπλέκονται στα πέταλα των πανσέδων που έχω φυτέψει σε λιλά και λαχανί γλαστράκια, για να έρθουν μέχρι το τραπέζι και να μου κάνουν λίγη συντροφιά ή για να ξαποστάσουν πριν την επιστροφή στο δικό τους σπίτι… Φορτωμένες με γύρη στα μικρά τους ποδαράκια, τόση που μοιάζουν να κουβαλούν μεγάλους πορτοκαλί σάκους, θα πάρουν το δρόμο του γυρισμού ενώ εγώ θα μείνω πάλι εδώ.
Αγναντεύω απέναντί μου ένα καταπράσινο βουνό, γεμάτο έλατα, λουσμένο με ήλιο και μια κατακίτρινη σκόνη σαν αυτή που μπαίνει επιθετικά στα ρουθούνια μου και ξεραίνει τα μάτια μου.
Στο ραδιόφωνό μου ακούγονται χαμηλά οι ειδήσεις έτσι λίγο σαν συντροφιά, δυο φωνές που μιλάνε, μα δεν ακούς τι λένε. Μήπως να αλλάξω σταθμό; Με κουράζουν, με αγχώνουν, με θυμώνουν οι ειδήσεις έστω και τόσο λίγο που ακούγονται. Βαρέθηκα να ακούω μίζερα νέα. Θέλω να χαρώ, λίγη ευτυχία, λίγο στοχασμό, λίγο παραμύθι…
Μου λείπει κάπως η μουσική, μια παλιά ροκ μπαλάντα σαν αυτές που χορεύαμε σφιχταγκαλιασμένοι και με τα φώτα σβηστά ή χαμηλωμένα σε πάρτυ και χοροεσπερίδες της ξεχασμένης από καιρό εφηβείας μας. Νοσταλγώ λίγο εκείνα τα χρόνια της αθωότητας, της ελευθερίας, της αισιοδοξίας, της ανεμελιάς.
Πότε γίναμε σαν ηλικιωμένοι συνταξιούχοι που δεν έχουν όνειρα και ζωή;
Θα μας βάλω δυο παγωμένες μπυρίτσες να το φιλοσοφήσουμε. Καλώς όρισες, φίλε!

Δείτε ακόμη...

Απάντηση