Πρώτη πράξη
Πονάει το κεφάλι μου τελευταία. Πολύ. Φώναζε η μάνα μου. “Να πας να κάνεις εξετάσεις. Να βγάλεις ακτινογραφία.” Ξέρεις πως κάνουν οι μανάδες. Οι Ελληνίδες λίγο παραπάνω.
Ούτε τα παυσίπονα δεν το σταματούν πια. Έκοψα το ποτό και το τσιγάρο. Όλα με ενοχλούν. Κι έχω ένα βάρος στο στήθος. Πονάει η πλάτη μου. Αυχενικό, λέω. Όχι εγώ. Ο γιατρός που κατοικοεδρεύει μέσα μου.
Άλλαξα στρώμα, άλλαξα μαξιλάρι. Άρχισα και να γυμνάζομαι. Το ρίξαμε στη μόδα της εποχής. Όλα υγιεινά.
Δε σταμάτησε ο πόνος. Ήρθαν και κάτι ζαλάδες. Έχω αναιμία, βρε χαζέ. Αυτό φταίει.
Και οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια δυναμώνουν κάθε μέρα και το πρόσωπό μου χλωμιάζει. Γελάω. Το εκρού του νεκρού, λέω στους φίλους που με ρωτάνε για το χρώμα μου. Λίγος αυτοσαρκασμός δεν έβλαψε ποτέ. Με λίγο μακιγιάζ, είμαι άλλος άνθρωπος.
Δεν ξέρω γιατί ανησυχείς τόσο. Κι εσύ και όλοι τους. Εντάξει γιατρουδάκο. Θα κάνω εξετάσεις. Δε φοβάμαι. Ούτε εσένα ούτε το σινάφι σου, ούτε το Θεό. Ποτέ μου δε φοβήθηκα.
Βελόνες. Ελπίζω η νοσοκόμα να ξέρει τη δουλειά της. Δε μπορώ να με τρυπάνε. Εκνευρίζομαι όταν αφήνει σημάδι.
Πράξη δεύτερη
Τι μούτρα είναι αυτά γιατρουδάκο;
Εντάξει, θα καθίσω. Καφεδάκι δεν κερνάει το κατάστημα;
Δε γελάς. Έχω χάσει το χιούμορ μου, φαίνεται.
Κουρασμένος είσαι;
Τι έχεις; Πες μου. Εμένα μπορείς να μου πεις τα πάντα.
Κοίτα με στα μάτια βρε χαζέ. Τι σκύβεις το κεφάλι; Τι έκανες δα και ντρέπεσαι τόσο;
Διάολε. Εγώ είμαι το πρόβλημα. Δουλεύω και με χρονοκαθυστέρηση.
Κοίτα με, γιατρουδάκο και λέγε.
Τι όγκο; Πού;
Μάλιστα.
Καρκίνος… Το ζώδιο; (γελάω)
Όχι το ζώδιο. Παρακάτω…
(Δεν ακούω τίποτα από ότι λες. Αλλά δεν έχεις ιδέα. Ετών 30. Μια χαρά ηλικία. Μια χαρά εποχή. Φθινόπωρο. Η αγαπημένη μου. Καλή εποχή διάλεξε ο καριόλης να μας επισκεφτεί. Λάθος. Όχι μας. Εμένα. Τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα, απλά τώρα θυμήθηκε να κάνει αισθητή την παρουσία του. Καρκίνος, λέει. Θα πεθάνω;
Θα στενοχωρηθούν η μαμά κι ο μπαμπάς. Θα κρεμαστούν πάνω από τη μικρή. Τουλάχιστον έχουν κι άλλη μια.
Εγώ στο έλεγα. Κανείς δε γλιτώνει από δαύτον. Να το κόψω; Με ένα τσιγάρο στο χέρι θα πάω. Και γελούσα. Και τώρα γελάω. Θα του γελάσω κατάμουτρα του αλήτη. Θα το παλέψουμε, λέει. Τι λέει;)
Δεν έχω να παλέψω με τίποτα και με κανέναν. Είμαι πολύ κουρασμένη.
Γιατρουδάκο, δωσ’ μου κάτι για τον πόνο.
Αυτοκτονίες και βλακείες. Δεν ισοδυναμεί με αυτοκτονία. Είμαι ελεύθερη να αποφασίσω. Όση ζωή μου μένει να την περάσω όσο καλύτερα γίνεται. Δε θέλω χειρουργεία και πόνο και μετά θεραπείες, να μου πέσουν τα μαλλιά μου, να ζαλίζομαι, να έχω ναυτίες. Νοσοκομείο, σπίτι, νοσοκομείο, σπίτι – μοναξιά, οίκτος, δράματα, δάκρυα – θάνατος.
Να πεθάνω όρθια, ανόητε γιατρουδάκο. Αυτό θέλω. Δε θα σκεφτώ τίποτα. Μιλάει μόνο η καρδιά. Δεν έχω τίποτα να χάσω.
Τι άλλο να μάθω; Έχει κι άλλο; Πόσο χρόνο έχω; Αυτό εννοείς; Δε με νοιάζει.
Όχι αυτό. Άλλο… Για να σ’ ακούσω…
Πράξη τρίτη
Δεν ήμουν εγώ; Και ποιος ήταν;
Εκεί που είναι επηρεάζει την ικανότητά μου να αποφασίζω. Άρα επηρεάζει τη λογική μου. Όχι τη λογική. Το συναίσθημα. Άρα πάντα είχα λογική.
Ναι, αλλά και συναισθήματα είχα. Έντονα… Ναι. Έντονα. Πειράζει;
Τι θα πει “δεν ήταν φυσιολογικά”; Δεν ήμουν ποτέ φυσιολογική.
Πώς μπορεί να επηρέαζε τα συναισθήματά μου; Ψεύτικα ήταν; Δηλαδή δεν ήμουν εγώ; Και ποια είμαι;
Παίζεις με το μυαλό μου, γιατρουδάκο, για να με πείσεις για τη θεραπεία.
(Κι αν μου δείξεις τι θα καταλάβω; Μήπως και ξέρω; Γιατρός είμαι;)
Δώσε μου χρόνο, να το χωνέψω πρώτα. Θα δούμε.
Πώς δεν έχουμε χρόνο; Πόσος χρόνος μένει;
(Γελάω. Μην κλάψεις! Ψηλά το κεφάλι. Ψηλά! Κι αν ήρθε το σκοτάδι, εσένα τα μάτια σου έχουν φως. Πού είναι εκείνος; Ήθελα μια τελευταία αγκαλιά. Πάψε ηλίθια. Έχουμε σοβαρότερα προβλήματα. Δεν έχουμε χρόνο.)
Πράξη τέταρτη
Ήρθε η ώρα για τις ανακοινώσεις… Πώς θα το πω; Απλά. Έχω καρκίνο και πεθαίνω. Όχι. Πιο μαλακά… Μου συμβαίνει κάτι δυσάρεστο και δυστυχώς μη αναστρέψιμο. Βέβαια… Όχι. Θεσσαλονίκη – Αθήνα μέσω Κρήτης. Λίγο πιο… (Εκείνου να του το πω; ΟΧΙ!)
Πφφφφ! Είμαι άρρωστη. Κάποια στιγμή θα μου χτυπούσε την πόρτα. Ήρθε νωρίτερα. Έπρεπε να τον περιμένω. Ο Κύριος Καρκίνος. Θα περάσουμε λίγο χρόνο μαζί και θα με πάει κάπου μακριά. Παντρευτήκαμε.
Έτσι. Σαν παραμύθι για παιδιά. Να μοιάζει εύκολο.
Μην ξεχάσω να κλείσω τις εκκρεμότητες. (Μου λείπει. Να του τηλεφωνήσω; Έκλεισε αυτή η εκκρεμότητα. Πάψε. Μπορεί και να μην τον ερωτεύτηκες αλήθεια ποτέ. Ήταν απλά μια παρενέργεια. Για σκέψου το έτσι… Πόσο εύκολο! Μείον ένας πόνος! Ψέματα. Μέχρι την τελευταία μου ανάσα. Ηλίθια. Σαν αυτόν κανένας. Ποτέ.)
Σήκω. Έχουμε δουλειές κι ο χρόνος λίγος…