Ερωτηματικά πολλά έχω. Αυτή τη φορά περισσότερα από ποτέ. Είναι δυνατόν ή ζω το όνειρο και θα ξυπνήσω;
Δε θυμάμαι αν γνώρισα στη ζωή μου ποτέ κάποιον σαν εσένα. Δε θυμάμαι αν μου μίλησε κάποιος για την ελευθερία που ονειρεύομαι και κυνηγώ σα μικρή χίμαιρα. Ποιος είσαι εσύ που τόσο με καταλαβαίνεις, με νιώθεις, μου μοιάζεις… Ποιος είσαι; Έμαθα να φοβάμαι λιγάκι πως θα πέσω και θα χτυπήσω.
Με τα χέρια μας μπλεγμένα να κοιτάζουμε ουρανούς γαλάζιους είτε συννεφιασμένους και να ονειρευόμαστε την ώρα που βυθίζεται ο ήλιος κατακόκκινος μες στο νερό και ζωγραφίζει με φως και χρώμα ως και την άβυσσο την ίδια. Κι οι γλάροι – που τόσο θαύμαζα πάντα τη ελευθερία τους να πετούν χωρίς να δίνουν δεκάρα για τίποτα – να φτεροκοπούν πάνω από το νερό σε πτήσεις απρόσκοπτες.
Σαν ξημερώνει, θέλω απλά το κεφάλι μου στο στήθος σου ν’ ακουμπώ και με τον χτύπο της καρδιάς σου στ’ αυτιά μου να αντιμετωπίζω το φόβο που προσπαθεί κάθε πρωί να με νικήσει. Κανείς δε μπορεί να με νικήσει όσο κι αν προσπαθεί. Γιατί εγώ είμαι μια πριγκίπισσα και διάλεξα στο πλευρό μου να κρατήσω ένα βασιλιά. Γιατί μια σωστή πριγκίπισσα για να γίνει μια μέρα βασίλισσα πρέπει να έχει περισσή αγάπη να προσφέρει, μα να είναι ελεύθερη, να μοιράζεται, να ονειρεύεται το μέλλον, να σκέφτεται σοφά και χίλια δυο άλλα κουραστικά καθήκοντα.
Άφησέ με να κοιτάζω ό,τι βλέπουν τα μάτια σου, βασιλιά μου, να νιώθω το άγγιγμα του ίδιου ανέμου που χαϊδεύει το πρόσωπό σου, να συμπληρώνω τις προτάσεις σου τόσο ανεπιτήδευτα, να σκέφτομαι όλα εκείνα που σκέφτεσαι χωρίς τη γνώση της σκέψης σου.
Τρομάζω η ανόητη. Αναρωτιέμαι πώς γίνεται.
Κι ύστερα θυμάμαι… Αριστοτέλης!
Μία ψυχή εν δυσί σώμασιν ενοικουμένη…
Κάπου όταν αυτή η ψυχή πλανιόταν ανάμεσα στ’ αστέρια πριν διαλέξει να δώσει ζωή στο κορμί σου, έχασε ένα κομμάτι της… Ίσως εμένα. Έπρεπε κι εγώ να δώσω ζωή σε κάποιο σώμα. Άραγε σε βρήκα πια;
Γιατί ο βασιλιάς μου μπορεί να είναι φίλος, εραστής, πατέρας, γιος, αδερφός, σύντροφος στην τρέλα, την αταξία, το χαμόγελο.
Θα έχουμε πάντα τον Αριστοτέλη γιατί έχω μάθει να μετρώ το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς κι όχι με το ρολόι.
Θα χορέψω μαζί σου μέσα στη σιωπή, μόνο με τον ήχο της βροχής που μαστιγώνει το χώμα κι εμείς βρεγμένοι σαν κεραμιδόγατοι που γνώρισαν άξαφνα τον έρωτα.
Μη με μάθεις σκάκι. Δε θέλω ανάμεσά μας καμιά στρατηγική. Δε θέλω να κερδίσω στο παιχνίδι. Γιατί αν με διδάξεις, θα είμαι καλύτερή σου. Θα γνωρίζω ακριβώς πως σκέφτεσαι και πως κινείσαι στα ασπρόμαυρα τετράγωνα. Θέλω την έκπληξη!
Μάθε με να ζω, να ρισκάρω και να πέφτω. Ξέρω πως να σηκωθώ ξανά. Απλά προτιμώ να κρατήσω τα χέρια σου.
Ταξίδεψε μαζί μου τον κόσμο. Μείνε μαζί μου παιδί και με το πρώτο ουράνιο τόξο που θα δεις τράβηξέ με στον παράδεισο…