Σ’ ένα απ’ τα πλοία της γραμμής,
Κοιτώντας τη θάλασσα,
Καθισμένη δίπλα στο παράθυρο,
Φεύγω
Μακριά σου.
Μακριά απ’ όλα –
Απ’ όσα με πλήγωσαν,
Απ’ όσα μου πες ψέματα,
Απ’ τα παραμύθια που πίστεψα
Πώς θα ζήσω,
Που πίστεψα πως θα’ ναι αληθινά.
Ο θαλασσινός αγέρας
Χαϊδεύει το πρόσωπό μου,
Μου φέρνει λόγια ανθρώπων, φωνές,
Τραγούδια, «σ’ αγαπώ», φιλιά…
Μαζί με τους ανέμους του κόσμου,
Ταξιδεύουν οι ψυχές των ανθρώπων.
Κι η θάλασσα
Ένα απέραντο «μείνε».
Μείνε κοντά μου, βυθίσου,
Ζήσε, γίνε ευτυχισμένος
Κι εγώ θα’ μαι μια θάλασσα
Να κολυμπάς, να σε νιώθω,
Να με κοιτάς και να ερωτεύεσαι,
Να σ’ αγαπώ, να νοσταλγείς.
Original content here is published under these license terms:
X
License Type:
Read Only
License Abstract:
You may read the original content in the context in which it is published (at this web address). No other copying or use is permitted without written agreement from the author.
Πέρασαν σχεδόν 30 χρόνια κι ακόμα να μεγαλώσει. Γαλουχήθηκε με παραμύθια και πιστεύει στον έρωτα σαν αθεράπευτα ρομαντική. Γράφει γιατί έχει ανάγκη να σβήσει τα πάθη της. Μερόνυχτα με ένα χαρτί κι ένα μολύβι ή ακουμπισμένη σε ένα πληκτρολόγιο. Φοβάται μήπως ξεχάσει και ξέρει πως "Scripta manent, verba volant.". Σιχαίνεται το πρωινό ξύπνημα και πίνει τον καφέ της γλυκό. Δε μετανιώνει, μόνο ονειρεύεται. Ελεύθερη κι αυθόρμητη. Πιστεύει στο καλό μέσα στους ανθρώπους.
"Νοημοσύνη είναι μόνο μία. Η συναισθηματική."