Στο τελευταίο γράμμα μου

Καθισμένη σε μια παραλία, με τα πόδια βυθισμένα στην υγρή άμμο και το κύμα να σκάει στα βραχάκια μπροστά μου, με τις σταγόνες να βρέχουν το πρόσωπό μου, όπως τις φέρνει ένας δυνατός μυκονιάτικος άνεμος, προσπαθώ να βρω λίγες λέξεις να σου γράψω. Να μάθεις πως περνάω όταν είμαι μακριά σου. Μη μου απαντήσεις ποτέ. Θέλω μονάχα να σου πω τι κάνω στην καθημερινότητά μου. Aν μου λείπεις δεν ξέρω. Μάλλον όχι. Ένα κενό νιώθω. Δεν υπάρχουν πια ερωτηματικά, δεν υπάρχουν γιατί. Με κούρασαν και τα άφησα να φύγουν. Δεν είχα πια άλλη ανάγκη από τη συντροφιά τους, όπως έπαψα να έχω ανάγκη τη δική σου. Το χέρι σου για μαξιλάρι μου τις νύχτες, τη ζεστασιά του κορμιού σου, τη φωνή σου στ’ αυτί μου να ψιθυρίζει. Είχα μάθει τη ζωή μαζί σου. Τώρα την έμαθα χωρίς εσένα. Δεν ήταν και πολύ δύσκολο κι αυτό μου φάνηκε παράξενο. Με πόση ευκολία σε άφησα πίσω. Εσένα και το παρελθόν. Χωρίς ανάγκη να διαγράψω τίποτα. Ανακαλύπτω τον κόσμο από την αρχή, ανακαλύπτω τον εαυτό μου και με εκπλήσσει. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Πώς αλλάζουν οι άνθρωποι όταν ορίζουν τη δική τους μοίρα; Σα μονάδες δημιουργούν περισσότερα ή σα ζευγάρια; Δε δίνω λύση κι απάντηση ακόμα σ’ εκείνα τα ερωτήματα τα φιλοσοφικά που κρύβονται στο κεφάλι μου. Δεν προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πώς δε με νοιάζει πια που βρίσκεσαι, τι κάνεις, πώς περνάς. Πάσχισες να κάνεις αισθητή την απουσία σου. Σου το είχα πει, πως όταν φτάνει ο καιρός να πρέπει να προσπαθήσεις, όλα έχουν τελειώσει. Γιατί η ζωή, η αγάπη, ο έρωτας πρέπει να έρχονται αβίαστα στο δρόμο μας χωρίς παρακαλετά, χωρίς να παλεύεις με τις συνθήκες, χωρίς να φοβάσαι τα δεδομένα που αλλάζουν μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα καθώς περνούν οι στιγμές και χάνονται με κάθε χτύπο του ρολογιού.
Είμαι καλά. Κι ας μη σε νοιάζει. Ας μη σε ένοιαξε στ’ αλήθεια ποτέ τίποτα άλλο παρά μόνο η βολή σου. Ναι. Το ήξερα από την αρχή. Απλώς δε θέλησα ποτέ να παραδεχτώ πως ήσουν το ένα, το μοναδικό, το μεγαλύτερο λάθος μου. Νόμιζα στην αρχή πως ήσουν ένα από εκείνα που σημαδεύουν τη ζωή μας, από εκείνα που αδυσώπητα ο χρόνος που περνά μας κρύβει καλά. Αλλά όχι. Ευτυχώς. Και τώρα εδώ, ανακαλύπτω πόσο εύκολα είναι όλα χωρίς εσένα, πόσο δε με ενδιαφέρει να σου μοιάσω, να σου αρέσω, να σ’ αγαπήσω και να μ’ αγαπήσεις πιότερο εσύ. Πόσο εύκολα με αντικατέστησες… Και βρήκες ένα αντίγραφό μου, γιατί ξέρεις, πως πάντα θα με ψάχνεις όπου κι αν είσαι, όπου κι αν αγγίζεις, όπου κι αν φιλάς, σε όποια αγκαλιά κι αν χάνεσαι. Κι αυτό να σου πω την αλήθεια με ευχαριστεί. Νιώθω κάπως περήφανη μέσα στον εγωισμό μου. Ζήλια καθόλου, ούτε πόνο, ούτε μίσος. Γιατί σε σημάδεψα ανεξίτηλα ενώ εσύ τελικά δε με άγγιξες, πέρασες έτσι απλά, μου πήρες χρόνο απ’ τη ζωή, μα όχι την ίδια τη ζωή. Γιατί μπορώ να ανασαίνω ελεύθερα, χωρίς τα χέρια σου να σφίγγουν το λαιμό μου, τα λόγια σου να μου παίρνουν την πνοή. Γιατί μπορώ να αφήνω τη θαλασσινή αύρα να χαϊδεύει το πρόσωπό μου, να γνωρίζω τον κόσμο, να ζω την αναρχία μου, να αφήνομαι να αγαπηθώ, να δημιουργώ, να ονειρεύομαι, να ζω. Και όταν περνάς από το μυαλό μου – όχι για κανέναν άλλο λόγο παρά γιατί προσπαθείς πολύ γι’ αυτό – δεν έχω γεύση πίκρας, ούτε γλύκας, μονάχα την αρμύρα της θάλασσας που με τυλίγει σε μια καλοκαιρινή βουτιά και χαμογελώ ευτυχισμένη, απελευθερωμένη από άγχος, βιασύνη κι άσχημα συναισθήματα που δε μου πήγαιναν ποτέ. Πόσο όμορφη μπορεί να μοιάζει η κάθε στιγμή, όταν δοκιμάζεις τα όριά σου, όταν εξερευνείς τους ανθρώπους, όταν καταλαβαίνεις πως δεν είσαι μονάχα θεατής. Σα να είχα λείψει λιγάκι από αυτή τη ζωή. Σα να αναστήθηκα όταν πέθανε εκείνο που νόμιζα αγάπη. Σα φοίνικας αναγεννιέμαι από τις στάχτες μου. Στη δύναμη που έκρυβα μέσα μου, υψώνω απόψε ένα ποτήρι και σου γράφω να σου θυμίσω, πως τελικά και θέλω και μπορώ να ζω χωρίς εσένα και μου αρέσει πολύ.
Σε μια αρχή όχι καινούρια. Συνεχίζω από εκεί που ήμουν όταν βρέθηκες στο δρόμο μου, με λίγη περισσότερη εμπειρία, με λίγο περισσότερο πάθος, με λίγη περισσότερη ανυπομονησία για το αύριο. Σε ευχαριστώ, γιατί εκτίμησα όλα εκείνα που θέλω, όλα εκείνα που με κάνουν αυτό που είμαι. Σε ευχαριστώ, γιατί μετά από την καταιγίδα, βγήκε ένας ήλιος ολόλαμπρος και δοξασμένος και τώρα μπορώ να τον απολαύσω όπως του πρέπει. Δε θα σου ξαναγράψω. Δεν έχει κανένα νόημα, παρά μόνο την τροφή της ματαιοδοξίας μου. Εδώ τελειώνουν οι επιστολές. Ανοίγω πανί και καλό ταξίδι.

Δείτε ακόμη...

Απάντηση