Γράμμα για σένα που είσαι μακριά.
Έφυγες. Με άφησες.
Ό, τι ήταν να κάνεις το έκανες, είχες πει. Μπορώ και μόνη μου τώρα, είχες πει.
“Θα τα πούμε σύντομα.”, είχες πει.
Με άφησες δυνατή. Χαρούμενη. Μα είμαι σίγουρη πως στην τελευταία αγκαλιά, ήξερες πως θα σε χρειαζόμουν πάλι σύντομα. Γιατί κάθε φορά η χαρά μου έχει ημερομηνία λήξης και το είχες μάθει πια.
Δύο λέξεις.
Ήταν δύο λέξεις που με πήγαν πάλι στο μηδέν. Και αυτή τη φορά δεν ήσουν εδώ. Τις ίδιες λέξεις θα πω κι εγώ. Μου λείπεις. Μα πόσο εγωίστρια… σε θυμάμαι μόνο στα δύσκολα.
Άμα θες να ξέρεις, τα κράτησα όλα. Όλες τις συζητήσεις, τις συμβουλές, τα χαμόγελα, τα κλάματα, τα ξενύχτια…
Παραστράτησα, πάλι. Δε σε άκουσα. Πήρα το λάθος δρόμο, αυτόν που στο manual ζωής που μου άφησες , ήταν κόκκινα υπογραμμισμένος. Ξέρεις αυτό το “η κόλαση μου – οι έρωτες μου”. Και χωρίς κανέναν ενδοιασμό περνάω στο mode της – για λίγο – ευτυχισμένης.
Όταν το μυαλό κάνει παύση, πάλι, η καρδιά βάζει πρώτη και τερματίζει το πετάλι.
Σε σκέφτομαι πιο πολύ στα λάθη μου και στο κλάμα μου τις νύχτες να μου λες να μ’ αγαπάω πιο πολύ.
Να παγώσω λίγο την καρδιά μου, είχες πει. Ή μήπως δεν κατάλαβα καλά; Γιατί το λίγο που ίσως είχες πει, ακούστηκε πολύ στα αφτιά μου και στην πορεία δεν ήξερα πως να σταματήσω. Αλλά με ξέρεις. Εφήμερο είναι κι αυτό. Θα λιώσει ο πάγος στα πρώτα ζεστά λόγια…
Έχει αρχίσει να ζεσταίνεται πάλι, ακούς;
Δεν είσαι εδώ. Μα σε περιμένω, ακούς;
Κάτι μεγάλο πλησιάζει…